- Κανωπικά
- Κανωπικόνcakeneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κάνωπος ή Κάνωβος — Αρχαία πόλη της Αιγύπτου (ΒΑ της Αλεξάνδρειας), τα ερείπια της οποίας βρίσκονται κοντά στο Αμπουκίρ. Ήταν κυρίως γνωστή ως τόπος διαμονής των πλούσιων Αιγυπτίων και ως τόπος προσκυνήματος στον τοπικό ναό και μαντείο του Σέραπη. Με την Αλεξάνδρεια … Dictionary of Greek
Καμπίλι, Μάσιμο — (Massimo Campigli, Φλωρεντία 1895 – Παρίσι 1971). Ιταλός ζωγράφος. Αυτοδίδακτος, συνεργάστηκε στα νιάτα του με το περιοδικό Lacerba, δημοσιεύοντας κείμενα και σχέδια. Από το 1919 έως το 1939 έζησε στο Παρίσι και διαμορφώθηκε ως καλλιτέχνης από… … Dictionary of Greek